Τρίτη 26 Μαρτίου 2013

" η δυνητική «μαύρη τρύπα»., η οποία μόνο από τα πλασματικά κεφάλαια των παραγώγων (στις 31/12/2011) που υπάρχουν στις ευρωτράπεζες ξεπερνά τα 184 τρισ. ευρώ..."


 

Από τα μέσα του 2012, λίγους μήνες μετά το ελληνικό PSI+, έχει αρχίσει δημόσια να «μεταδίδεται» ο τραπεζικός ιός που ρίχνει τα τελευταία 24ωρα νοκ άουτ τις κυπριακές τράπεζες και απειλεί τώρα ολόκληρη των ευρωζώνη.

Τότε, στις 24/6, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) παρουσίασε στη Βασιλεία την ετήσια έκθεσή της, η οποία είχε ως σημείο αιχμής την προειδοποίηση πως ο εφιάλτης των παραγώγων έχει επιστρέψει. Και συνιστούσε τη στήριξη της γραμμής που η Κομισιόν τότε προωθούσε για τις τράπεζες: τη μετάβαση από τη στρατηγική του “bail out” των μη βιώσιμων τραπεζών στην τακτική του “bail in”.

Δηλαδή στη διάσωσή τους με κεφάλαια όχι των φορολογούμενων, μέσα από τα μνημονιακά προγράμματα στήριξης του EFSF/ESM, αλλά των μετόχων και των δανειστών τους, στους οποίους συμπεριλαμβάνουν τους μη διασφαλισμένους καταθέτες.

Με άλλα λόγια, με την «τακτική» που πειραματικά επιχειρείται να εφαρμοστεί τώρα στην Κύπρο και που ετοιμάζεται να χρησιμοποιηθεί για τις υπόλοιπες τράπεζες των προβληματικών χωρών της Ευρωζώνης, όπως τις ισπανικές, τις ιταλικές κλπ, αφού η ίδια απόπειρα είχε αποφευχθεί να δοκιμαστεί στην Ισπανία...

Το «Κεφάλαιο» είχε τότε επισημάνει τη στροφή που ετοιμάζεται (φύλλο 137, στις 30/6/2012), εξηγώντας ότι αυτή η «αλλαγή» βρίσκεται στη βάση της πλατφόρμας ενοποίησης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, που με λίγες ημέρες διαφορά είχε... προκηρύξει η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ ως τον μεγάλο στόχο για την εγγύηση των καταθέσεων!

Το μυστικό, βέβαια, όπως αποκαλύπτουν τα γεγονότα της Κύπρου σήμερα, είναι στη διευκρίνιση ότι η εγγύηση αυτή θα αφορούσε μόνο τις διασφαλισμένες καταθέσεις.

Ήτοι αυτές που δεν ξεπερνούν τις 100 χιλ. ανά φυσικό πρόσωπο, όπως είχε οριστεί από τη Σύνοδο του G-20 μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers… Ο λόγος που η BIS συνιστά τη στροφή αυτή, για να επανέλθουμε στα σημερινά της Κύπρου, είναι –όπως σημειώνεται στην έκθεση τότε- ότι με στοιχεία του 2011 «οι τράπεζες σταδιακά αποκτούν το προφίλ κινδύνου που είχαν πριν από την κρίση» και οδήγησε το τραπεζικό σύστημα στην κατάρρευση της Lehman Brothers και στην παγκόσμια κρίση χρέους με την ύφεση να ακολουθεί σε ελάχιστο χρόνο.

Με άλλα λόγια, για να το πούμε σε απλοελληνκά, οι τράπεζες γέμισαν και πάλι τις γκρίζες περιοχές στα αμπάρια των ισολογισμών τους με τοξικά χαρτοφυλάκια (ανάμεσα στα οποία και τα υποτιμημένα κρατικά ομόλογα των προβληματικών οικονομιών).

Και απέναντι στην απειλή αυτή η BIS, με την ισχυρή στήριξη της γερμανικής κεντρικής τράπεζας Bundesbank, και η Κομισιόν –με συγκεκριμένη οδηγία που είχε ετοιμαστεί, όπως αποκάλυψε το Capital.gr την Τρίτη 19/3- απαντούν με το «bail in» δηλαδή τη μετατροπή των καταθετών σε δανειστές των τραπεζών (με την «ανταλλαγή» ποσοστού των καταθέσεων με μετοχές των χρεοκοπημένων τραπεζών)!

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση του Ευρωσυστήματος, που μπορεί να πυροδοτήσει κανείς, αν υπολογίσει ότι
στην Ευρωζώνη υπάρχουν περί τα 17 τρισ. ευρώ σε καταθέσεις για να καλύψουν τη δυνητική «μαύρη τρύπα»., η οποία μόνο από τα πλασματικά κεφάλαια των παραγώγων (στις 31/12/2011) που υπάρχουν στις ευρωτράπεζες ξεπερνά τα 184 τρισ. ευρώ,
με βάση τα στοιχεία της BIS του περασμένου Ιουνίου.

Αν, μάλιστα, επιχειρήσει να συγκρίνει κανείς το μέγεθος αυτό με τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών, βλέπει ότι για την ασφαλή κάλυψή τους δεν θα επαρκούσε ούτε το τριπλάσιο του συνολικού ευρωπαϊκού ΑΕΠ.

Οι «εθισμένοι» τραπεζίτες και η επιμονή της κυρίας Μέρκελ

Στην Κύπρο τα επόμενα 24ωρα θα επιχειρηθεί το πρώτο πείραμα αυτής της βίαιης προσαρμογής των τραπεζικών «ισολογισμών» των τριών τραπεζών εις βάρος των «μη διασφαλισμένων καταθέσεων». Οι «ιδεολόγοι» αυτού του πειράματος, που αποτελούν το οικονομικό think tank της κυρίας Μέρκελ, ισχυρίζονται ότι μπορεί να πετύχει στην Κύπρο, για να επεκταθεί στη συνέχεια ως πλατφόρμα της τραπεζικής ενοποίησης στην Ευρωζώνη και να διασφαλίσει τη σταθερότητα του Ευρωσυστήματος. Η απέναντι πλευρά τους κατηγορεί ότι ανοίγουν τον «ασκό του Αιόλου», που θα συμπαρασύρει το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης.

Και θα τροφοδοτήσει πρωτοφανείς μετακινήσεις αποταμιευτικών/επενδυτικών κεφαλαίων από την Ευρωζώνη και το ευρώ στις χρηματαγορές της ΝΑ Ασίας, πιθανώς μέσω του λονδρέζικου City και της Wall Street, προκαλώντας ένα πρωτοφανές κύμα οικονομικής και πολιτικής αποσταθεροποίησης στην ΕΕ.

Οι «ιδεολόγοι» της BIS και της Κομισιόν εκτιμούν, όπως υποστήριξαν στο «Κεφάλαιο» ότι
οι αγορές κεφαλαίου μπορεί να αντιδράσουν αρχικά, αλλά στη συνέχεια, «έπειτα από δεύτερη και τρίτη ανάγνωση, θα καταλάβουν τη σημασία της στήριξης των τραπεζών με πραγματικά (των αποταμιευτών) κεφάλαια και όχι δανεικά (των φορολογούμενων ή των κεντρικών τραπεζών) και θα τη στηρίξουν».
Δεν αρνούνται βέβαια, ότι στο πίσω μέρος αυτής της σκέψης είναι ότι προσδοκούν τη μετακίνηση κεφαλαίων από τις λιγότερο σταθερές τράπεζες και συστήματα της Ευρωζώνης στις περισσότερο σταθερές μεγάλες «συστημικές» τράπεζες και οικονομίες. Δηλαδή τη γερμανική και των περιφερειακών σε αυτήν οικονομιών...

Η αλήθεια είναι ότι, πίσω από την προσδοκία αυτή, βρίσκεται άλλο ένα στοιχείο που διαπίστωσε η BIS:
Οι πλέον επιβαρυμένες από τοξικά στοιχεία τράπεζες είναι οι περιφερειακές γερμανικές τράπεζες. Και αυτό το επιβεβαιώνει η Bundesbank, που υποστηρίζει τη στροφή στο “bail in” εδώ και τώρα στην Κύπρο...

* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 22ας Μαρτίου


http://www.capital.gr/news.asp?id=1757948

______________________________________________

πρόκειται για μία άριστη εναλλακτική: να πληρώνουν οι μέτοχοι, οι ομολογιούχοι και μετά οι αποταμιευτές (επενδυτές?) τις μαύρες τρύπες των τραπεζών
το ανέφικτο προκύπτει από τη διαφορά που πρέπει να καλυφθεί
συνεπώς, πάμε πάλι σε κάτι ..πρωτοποριακό: τα χρήματα να ταξιδεύουν από τις φτωχές μικρές τράπεζες στους κολοσσούς, μερικοί από τους οποίους τυγχάνει να είναι οι πιο ..επισφαλείς

εντάξει, ξέρουμε ότι η φούσκα του finance δεν γίνεται να σκάσει καθώς δεν καλύπτεται παρά μόνο από ολική χρεοκοπία του συστήματος, οπότε η λύση είναι απλή: πίνουμε το αίμα των αποκάτω μέχρι να πιούμε του διπλανού μας... όποιος αντέξει για όσο

υ.γ. ο μόνος που δεν χάνει ποτέ λεφτά είναι η ..ΕΚΤ


 

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013

Συνέντευξη του καθ. Γ. Κοντογιώργη στο anti-ntp.net. (26 Μαίου 2012) - Freedom


αφιερώστε τον χρόνο που απαιτείται για να ακούσετε τον καθ. Γ. Κοντογιώργη, σε αυτή την συνέντευξή του στο ιστολόγιο anti-ntp.net, και νομίζω πως δεν θα πάει χαμένος ο χρόνος σας, ακόμα κι αν υπάρξουν σημεία διαφωνίας.




Ακολουθούν απομαγνητοφωνημένα αποσπάσματα.

Στη δημοκρατία ο πολίτης είναι κυρίαρχος και ο πολιτικός ακούει.

Πως μπορεί η κοινωνία να αντισταθμίσει την δύναμη των αγορών μέσα στο κράτος; Οχι πια με τους παραδοσιακούς τρόπους, πορείες και απεργίες. Οι πολιτικοί και οι αγορές που τους έχουν σε ομηρία, γράφουν την κοινωνία στα παλιά τους τα παπούτσια. Ολη η συζήτηση που κάνουν έχει ως σκοπό της το συμφέρον των αγορών και όχι των κοινωνιών.

Η αριστερά έχει γίνει η ουρά του παγκόσμιου καπιταλισμού, και δεν έχει καμμία ιδεολογία και καμμία πρόταση, έξω από τα όρια του συστήματος. Δεν είναι ο φόβος του συστήματος η αριστερά.
Αυτό που φοβούνται οι πολιτικές εξουσίες και οι αγορές είναι η κοινωνία. Οσο η ανάσα της κοινωνίας πλησιάζει την πολιτική, ο φόβος τους αυξάνεται.

Η κοινωνία πρέπει να αξιώσει να αλλάξουν οι πολιτικές σχέσεις και όχι να παραμένει στον ιδιωτικό χώρο που είναι σήμερα.

Αν το σύστημα ήταν κατ’ ελάχιστον αντιπροσωπευτικό τότε οι κοινωνίες θα ήταν στον δημόσιο χώρο και όχι στον ιδιωτικό. Το σύστημα  το κατέχει εξ ολοκλήρου το κράτος και αυτοί που έχουν την νομιμοποίηση να το διαχειρίζονται.

Είναι παντοδύναμες οι αγορές διότι το σύστημα το κατέχουν κάποιοι που έπρεπε να δουλεύουν για το συμφέρον της κοινωνίας, αλλά δουλεύουν για το συμφέρον των αγορών.

Πρέπει να δώσουμε βάθρο θεσμικό στην κοινωνία ώστε να ανακτήσει την συλλογικότητά της.
Η ελληνική κοινωνία, είναι πολιτικά υπεραναπτυγμένη και αντιπροσωπεύει μια (πολιτική;) κληρονομιά, την οποία είχε μέχρι και το τέλος της τουρκοκρατίας, η οποία είναι αναντίστοιχη προς το κράτος. Το κράτος αυτό, το δυτικό κράτος, δημιουργήθηκε για να βγάλει τις φεουδαλικές κοινωνίες της ευρώπης από την φεουδαρχία και να τις κάνει ελεύθερες. Η ελληνική κοινωνία δεν ήταν φεουδαλική. Ηταν κοινωνία δημοκρατική με την έννοια της αυτοκυβέρνησης (σσ. προφανώς αναφέρεται στον ελληνικό κοινοτισμό). Δημοκρατία είχαμε στα κοινά των ελλήνων που καταργήθηκαν με την συγκρότηση του κράτους. Οπισθοδρομήσαμε για να εξευρωπαϊστούμε. Το κράτος αυτό δημιουργήθηκε καταργώντας το σύστημα του ελληνισμού που του δημιουργούσε θεσμική συλλογικότητα. Δήμο.

Το κράτος αυτό ως προτεκτοράτο των δυνάμεων της ευρώπης είχε κάθε λόγο να μην θέλει την εθνική ολοκλήρωση. Δεν έβαλαν την ελληνική αστική τάξη (Θεσσαλονίκη, Σμύρνη, Τραπεζούντα) μέσα στο κράτος και δεν άφησαν και να αναπτυχθεί και ελληνική αστική τάξη. Και από την άλλη μεριά κατήργησαν και την θεσμική συλλογικότητα των ελλήνων (κοινοτισμός).

Αυτό το κράτος μη έχοντας καμμία αντιστοιχία με την εικόνα του ελληνισμού, τον κατέστρεψε και τον αποδόμησε και συγχρόνως κατέστρεψε την συλλογικότητα της κοινωνίας. Αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε το σήμερα πρέπει να μιλησουμε με ιστορικούς όρους. Το πολιτικό σύστημα αυτό το επέβαλαν οι απολυταρχίες της ευρώπης για να ελέγξουν την ελληνική κοινωνία και συγχρόνως για να καταστρέψουν τον ισχυρό και ηγεμόνα σε τρεις αυτοκρατορίες ελληνισμό, που ήταν έξω από το ελληνικό κράτος. Αυτό οφείλεται σε ένα γεγονός. Οτι απέτυχε παταγωδώς η επανάσταση.

Το σχέδιο για το κράτος (Ρήγας, Φαναριώτες, κλπ) ήταν κοινωνίες εν ελευθερία μέσα στα κοινά με την μετάβαση στην μεγάλη κλίμακα του κράτους-έθνους. Ο Ρήγας το περιγράφει πολύ καλά αυτό.
Αυτό το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει με καμμία άλλη λογική παρά μόνο με την λογική του κατακτητή. Η ψήφος (στις εκλογές) χρησιμοποιείται για να αποδομηθεί η συλλογικότητά μας και να οδηγηθούμε σε ένα καθεστώς κατοχής πολιτικής.

Η μεταπολίτευση είναι η ολοκληρωτική επαναφορά της χειρότερης φαυλοκρατίας του 19ου αιώνα, της λεηλατικής αντίληψης της πολιτικής. Η καταχρέωση έγινε όχι γιατί είχε ανάγκη η κοινωνία να της αυξήσουμε έστω με δανειακό τρόπο το εισόδημα, αλλά γιατί δεν έφτανε για την λεηλασία του δημόσιου πλούτου από την κομματοκρατία. Ο Τζοχατζόπουλος δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση. Το έκαναν σχεδόν όλοι. Κι όσοι δεν το κάνανε το νομιμοποιούσαν με την ψήφο τους. Κι όλα αυτά σε μια κοινωνία με τον χαμηλώτερο ιδιωτικό δανεισμό στην ευρώπη.

Είμαστε και σήμερα δέσμιοι αυτού του καθεστώτος κατοχής. Είναι σύμφωνες όλες οι κομματικές δυνάμεις να μην αγγίξουν τους πυλώνες της καταστροφής μας. Δηλαδή το κράτος, που είναι το πολιτικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση και η δικαιοσύνη, και η νομοθεσία. Και που οικοδομεί την διαπλοκή και την διαφθορά.

(για το ΔΝΤ και την τρόϊκα) Είναι ευκαιρία να εφαρμοστεί η λογική των αγορών στην ελλάδα, να εξαθλιωθεί η κοινωνία, να εκπέσει εντελώς ο οικονομικός ιστός της χώρας ώστε να παραδοθούμε απνευστί στην διεθνή των αγορών και στις σχέσεις ηγεμονίας που επιχειρεί να οικοδομήσει μέσα στην ευρωπαϊκή ένωση. Αλλά είναι η ελληνική πολιτική τάξη που μας έριξε στις δαγκάνες της διεθνούς των αγορών και της γερμανίας.

Τα σκάνδαλα συγκαλύφθηκαν όλα. Ποιος τολμάει να έρθει αντιμέτωπος με την Μέρκελ όταν έχει τους καταλόγους όλων όσων χρηματίστηκαν; Είναι αναγκαίο να καθαρθεί το παρελθόν όχι μόνο για την εξυγίανση του πολιτικού συστήματος αλλά και για την άσκηση πολιτικών.

Το πρόβλημα δεν είναι ο δικομματισμός αλλά το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Οπου και οι μικρές πολιτικές δυνάμεις συμμετείχαν, πολιτεύθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Λεηλάτησαν τον δημόσιο χώρο για να τον ιδιοποιηθούν. Η αριστερά (Συνασπισμός κλπ) μετέβαλλαν το δημόσιο πανεπιστήμιο σε ιδιωτικό χώρο, χώρο ελέγχου από τα ιδιωτικά τους συμφέροντα. Το πολιτικό σύστημα πολιτεύεται προς το δικό του συμφέρον και όχι προς το συμφέρον της κοινωνίας.

Το πολιτικό σύστημα θα έπρεπε να καταργήσει κάθε μη-ευθύνη υπουργού. Να υπόκεινται ευθέως στη δικαιοσύνη. Αυτό μπορεί να γίνει σήμερα.

Το σύστημα έχει οικοδομηθεί σε επάλληλους θύλακες ολιγαρχικών συμμοριών. Λειτουργούν ως συμμορία που συγκαλύπτει οτιδήποτε διαπράξει.

Δεν είναι η εναλλαγή (των κομμάτων) στην εξουσία που θα φέρει λύση στο πρόβλημα.

Οσοι δεν θέλουν σήμερα την είσοδο της κοινωνίας στην πολιτική, θέτουν αυτομάτως το ερώτημα: “και πως θα γίνει αυτό;”.

Δεν χρειάζεται η κοινωνία σήμερα να μαζευτεί στο Σύνταγμα για παράδειγμα ώστε να αποφασίσει. Αρκεί να αντλήσουμε την βούληση της κοινωνίας. Και έχουμε τρόπους γι’ αυτό. Μπορουμε να φτιάξουμε έναν μηχανισμό, με ακεραιότητα, που να ανιχνεύει την βούληση της κοινωνίας πριν παρθεί μια απόφαση. Η κοινωνία πρέπει να βουλεύεται σε κάθε τι και όχι κατά χειραγώγηση, όπως στο δημοψήφισμα.

Η κοινωνία γνωρίζει ποιο είναι το συμφέρον της. Και οι “ειδικοί” (σσ. οι πολιτικοί) το γνωρίζουν αλλά δεν το ακολουθούν.

Εφόσον η κοινωνία είναι ο λόγος ύπαρξης και της πολιτικής και της βουλής και του πρωθυπουργού και των αγορών, κλπ κλπ, σημαίνει πως πρέπει και η κοινωνία να έχει κάποιο λόγο για τα πράγματα που την αφορούν.

Η σύνθεση της γνώμης των πολλών είναι ανώτερη από την γνώμη των ολίγων και είναι εναρμονισμένη με το συμφέρον των πολλών.

Αν συγκρίνουμε τις δημοσκοπήσεις, το έχω κάνει αυτό, από το 1974 μέχρι πρόσφατα, και δούμε για τα διάφορα ζητήματα, τι έχει πει η κοινωνία ερωτώμενη και τι έχουν πράξει οι πολιτικοί πολιτευόμενοι, θα διαπιστώσουμε ότι αν ακολουθείτο η γνώμη της κοινωνίας η ελλάδα δεν θα ήταν στην κατάντια που βρίσκεται σήμερα.

Στις τελευταίες εκλογές η κοινωνία έδειξε την πόρτα της εξόδου στην κομματοκρατία. Αυτοί προσποιούνται οτι η κοινωνία ψήφισε υπέρ ή κατά του μνημονίου. Λάθος. Το μνημόνιο είναι το αποτέλεσμα. Το κράτος και αυτοί οι ίδιοι είναι η αιτία του μνημονίου. Η κοινωνία γνωρίζει τον υπαίτιο.

Αν είχε θεσμοθετηθεί κάθε τρίμηνο ο βουλευτής να πηγαίνει στην εκλογική του περιφέρεια και να δίνει λόγο σε ένα κληρωτό σώμα πολιτών, από το οποίο θα λαμβάνει και εντολές ή θα ανακαλείται, τα κόμματα δεν θα μπορούσαν να έχουν αυτόν τον προσωποπαγή χαρακτήρα που έχουν.

Πρέπει να αρθεί το εμπάργκο της άλλης άποψης, από τα ΜΜΕ, και να αναπτυχθεί ως ο άλλος πόλος τους διαλόγου. Τώρα τα ΜΜΕ βάζουν τον έναν από το ένα κόμμα και τον άλλον από το άλλο κόμμα να διαπληκτίζονται μεταξύ τους, γιατί εκεί δεν διακινδυνεύουν να βγουν από την πολιτική του συστήματος. Οταν βάζουν κάποιον άλλον που αμφισβητεί το σύστημα, τότε βλέπετε οτι αποσταθεροποιούνται, και τον αποκλείουν.

Το δημοψήφισμα έχει ένα επιλεκτικό γνώρισμα. Η πολιτική εξουσία αποφασίζει ποιο θέμα θα μπει σε δημοψήφισμα. Η βάζουν τέτοια εμπόδια, να μαζευτούν πχ τόσες υπογραφές, που ουσιαστικά γίνεται άνευ σημασίας.

Θα άφηνε η κοινωνία να λειτουργεί αυτό το σπάταλο και λεηλατικό κράτος στο μέσον της κρίσεως, τη στιγμή που φορολογούν ακόμα και τον άνεργο; Ρωτήθηκε η κοινωνία και συμφωνεί;
Δεν θα υπήρχαν οι έννοιες δημοκρατία και όλα αυτά, εάν ο εξερχόμενος από την φεουδαρχία δυτικο-ευρωπαϊκός κόσμος, δεν είχε συναντηθεί με την ελληνική γραμματεία. Μέσα από την αδυναμία όμως να συγκροτηθεί ο ελληνικός κόσμος στην εποχή της φεουδαρχίας, προσάρμοσαν τις έννοιες περιγράφοντας το σύστημα που ήταν συμβατό με τις πραγματικότητες της ευρώπης. Αποκάλεσαν δημοκρατία ενα σύστημα που δεν είναι ούτε δημοκρατικό, ούτε αντιπροσωπευτικό.

Δεν είναι μόνο η δημοκρατία που έχει διαστρεβλωθεί. Είναι και η έννοια της ελευθερίας. Σήμερα όλοι οι μεγάλοι στοχαστές διηγούνται οτι έχουμε και ατομική και κοινωνική και πολιτική ελευθερία. Η ελευθερία όμως ορίζεται ως αυτονομία. Να κάνουμε αυτό που θέλουμε και να μη μας το υποβάλλει κάποιος άλλος. Ορίζουν λοιπόν την ελευθερία οι στοχαστές μας με όρους αυτονομίας στο ατομικό πεδίο, στην ιδιωτική μας ζωή, αλλά στο κοινωνικοοικονομικό και στο πολιτικό πεδίο δεν την ορίζουν ως αυτονομία αλλά ως δικαίωμα. Μας λένε έχεις δικαίωμα να πας στο Σύνταγμα να διαδηλώσεις και να φωνάξεις και να πιέσεις την πολιτική εξουσία. Μα το δικαίωμα υπάρχει εκεί που δεν υπάρχει ελευθερία.

Σήμερα διαδηλώνουμε ή θέλουμε να διατηρήσουμε ορισμένα δικαιώματα πρόνοιας ή προστασίας της εργασίας, αλλά δεν συνεκτιμούμε ότι η εργασία είναι απαλλοτρίωση της ελευθερίας μας. Εκχωρούμε τις οκτώ ώρες ή όσες εργαζόμαστε, το δικαίωμα σε κάποιον άλλον που κατέχει το σύστημα, να αποφασίζει για το πως εμείς θα ζήσουμε τις οκτώ ώρες, τι θα κάνουμε. Αρα λοιπόν δεν έχουμε κοινωνική και πολιτική ελευθερία. Και όμως έτσι μας το διδάσκουν. Είναι όλες οι έννοιες που έχουν διαστρεβλωθεί σήμερα.

Για να είναι αντιπροσωπευτικό το σύστημα θα έπρεπε να υπάρχει το δίπολο εντολέας-εντολοδόχος. Για να είναι η κοινωνία εντολέας πρέπει να έχει τήν θεσμική δυνατότητα να παίρνει αποφάσεις, να εκφράζει την βούλησή της. Να μπορεί να είναι δήμος, όπως λέγανε οι αρχαίοι. Να μπορεί να είναι μέρος του πολιτικού συστήματος.

Εμείς εδώ ο καθένας μας έχουμε βούληση. Ομως όλοι μαζί δεν έχουμε βούληση. Και δεν έχουμε όλοι μαζί βούληση, γιατί η συνολική βούληση χρειάζεται διαβούλευση. Να συγκεντρωθούμε, να μιλήσουμε και να πάρουμε μια απόφαση. Να θεσμοθετηθούμε ως συλλογικότητα.

Για να λειτουργήσει η έννοια της αντιπροσώπευσης πρέπει να έχει ο δήμος, η συλλογικότητα, τις αρμοδιότητες του εντολέα: να αποφασίζει τις κεντρικές πολιτικές, να ανακαλεί, να ελέγχει, να προσάγει στην δικαιοσύνη. Το ευθύνειν και το ελέγχειν μας λένε οι αρχαίοι. Θεωρούσαν οτι δεν είναι ελεύθεροι αν δεν είχαν το ελέγχειν και το ευθύνειν. Για να ασκήσεις το ελέγχειν και το ευθύνειν των εντολοδόχων σου, των πολιτικών, πρέπει να έχεις συγκρότηση σε δήμο.

Την ιδιότητα του εντολέα, μας λέει το Σύνταγμα, την έχει η βουλή. Και η κυβέρνηση έχει την ιδιότητα του εντολοδόχου. Μας έχουν πάρει δηλαδή και την ιδιότητα του εντολέα και την ιδιότητα του εντολοδόχου.

Μάλιστα για να μπορέσει να έχει και την νομιμοποίηση μας (το κράτος) έχει πάρει και την συλλογική μας ταυτότητα. Η ταυτοτική μας συλλογικότητα, αυτό που σήμερα αποκαλούμε έθνος, δεν θεωρείται οτι είναι δική μας υπόθεση. Αλλά θεωρούν οτι είναι κατασκευή του κράτους. Κατασκεύασαν δηλαδή με τέτοιο περίτεχνο τρόπο την ιδέα του έθνους ώστε να θεωρείται οτι είναι τεχνητή κατασκευή του κράτους που υπηρετεί την νομιμοποίηση αυτού του πολιτικού συστήματος.

Ομως αυτή την έννοια του έθνους την αντέτειναν στην απολυταρχία για να την καταργήσουν, τον 18ο-19ο αιώνα. Και γι’ αυτό τότε λειτούργησε προοδευτικά. Σήμερα όμως την αντιτείνουν στην κοινωνία, της κατακρατούν δηλαδή και την ελευθερία της πολιτικής, της κατακρατούν και το δικαίωμα να έχει αυτή την έκφραση της συλλογικότητάς της, να λέει τι είναι ο έλληνας και ποιο είναι το συμφέρον του έλληνα, του ιταλού, του γερμανού, του οποιουδήποτε, γιατί θέλουν την κοινωνία απέναντι. Δεν θέλουν να της εκχωρήσουν αυτό που κατακρατούν, την ιδιότητα του εντολέα. Αρα και την θέσμισή της.

Η δημοκρατία λέει: παίρνω ολόκληρο το πολιτειακό σύστημα το δίνω και το επενδύω στην κοινωνία, η κοινωνία ενσαρκώνει το πολιτικό σύστημα, ότι δηλαδή κάνει σήμερα το κράτος το κάνει η κοινωνία, και η δημόσια διοίκηση, ότι περισσεύει δηλαδή, το διοικητικό μέρος, το εκτελεστικό μέρος, το κατακρατεί μία περιοχή του κράτους η οποία είναι όπως μας λέει ο Αριστοφάνης, θεραπαινίδα του δήμου. Ο δήμος είναι η πολιτεία, δεν είναι το κράτος η πολιτεία.

Σήμερα το διακύβευμα είναι όχι να κάνουμε δημοκρατία, αλλά να κάνουμε το σύστημα λίγο αντιπροσωπευτικό. Να πλησιάσει η ανάσα της κοινωνίας. Οι εξελίξεις γίνονται κατά στάδια.

Το μεγάλο κόλπο που εφήρμοσαν τελευταία τα κόμματα που κάλεσαν τα κομματικά μέλη και φίλους να ψηφίσουν τις ηγεσίες και το είπαν δημοκρατικό, στην πραγματικότητα απέβλεπε στο να αυτονομηθούν οι ηγέτες και από τα ίδια τα κόμματα, τους μηχανισμούς των κομμάτων. Διότι αν θέλανε την κοινωνία να λειτουργήσει για την εκλογή των ηγεσιών θα έπρεπε να θέλουν την ίδια κοινωνία να λειτουργήσει και για τον έλεγχο των ηγεσιών, και την ανάκλησή τους. Να θεωρηθεί δηλαδή οτι το σώμα που ψήφισε, ψηφίζει και για την ανάκληση και για τον έλεγχο. Αλλά αυτό δεν το θέλουν.

Η διανόηση στην ελλάδα δεν συμβάλλει στην ανασυγκρότηση γιατί δεν θέλει. Η κυρίαρχη διανόηση στην ελλάδα, αυτή που όπως θα έλεγε ο Γκράμσι έπαιξε ή δήλωνε οτι θα έπαιζε τον ρόλο του οργανικού διανοούμενου, μετατράπηκε σε οργανικό νομέα της εξουσίας. Οσο από την δεκαετία του 1980 γιγαντωνόταν η λεηλασία και η πελατειακή αποδόμηση του κράτους, τόσο η διανόηση πολεμούσε την εθνική συλλογικότητα, την κοινωνική συλλογικότητα για να δώσει νομιμοποίηση σε αυτό το κράτος. Διότι σε αυτό το κράτος συμμετείχε ως νομέας.

Και γι’ αυτό το λόγο υπέστην εγώ επιθέσεις σε μεγάλο βαθμό διότι ήγειρα αυτό το ζήτημα -με αρθρογραφία που ξεκίνησα την δεκατία του ’90, με αφορμή μια παρέμβαση διότι κάλεσαν εδώ μια εξωτερική βοήθεια τον Χομπσμπάουμ να πει τις δικές του ανοησίες- ηγέρθη τεράστιος θόρυβος διότι έπρεπε να νομιμοποιηθεί η αντίληψη οτι εθνική συλλογικότητα είναι το κράτος. Και όχι η κοινωνία.
Και ακούγαμε διαφόρους από αυτούς της διανόησης που αποδομούσε, δούλευε για την αποδόμηση της κοινωνικής μας συλλογικότητας, να καθυβρίζουν την κοινωνία και το ιστορικό της παρελθόν και να δηλώνουν με θράσος οτι πρέπει να αποδομήσουμε την κοινωνική συλλογικότητα. Τη συλλογικότητα των ελλήνων. Μα αυτή η συλλογικότητα είναι το μέτρο της αντίστασης μιας κοινωνίας απέναντι στην ιδιοποίηση του κράτους ή στην διεθνή των αγορών. Αρα ξέρουμε γιατί το έκαναν αυτό: γιατί νομιμοποιούσε αυτό το κράτος εις βάρος της κοινωνίας και του συμφέροντός της.
Είναι ολόκληρο το σύστημα της διανόησης που εργάστηκε με στόχο την κοινωνική απο-συλλογικοποίηση. Την αποδόμηση του συλλογικού ιστού. Είναι βαθειά αντιδραστικές δυνάμεις αυτές. Διότι τι είναι πρόοδος; Πρόοδος είναι ότι απελευθερώνει την κοινωνία, άρα οτι συγκροτεί θεσμικά την συλλογικότητά της και οτι απελευθερώνει τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας.

Αρα αν μιλάμε για πρόοδο θα πρέπει να αναφερόμαστε στην κοινωνία. Γιατί αυτή είναι ο λόγος ύπαρξης και αυτών. Εάν θέλουν λοιπόν να αποδομήσουν την κοινωνία, θέλουν την κοινωνία να είναι ιδιώτης, να μην έχει ηθικό και πραγματικό έρεισμα να αντιτείνει απέναντι στο κράτος και στην πολιτική των κατακτητών του το συλλογικό της επιχείρημα, γιατί η κοινωνία αυτή για τους ολιγαρχικούς και βαθειά αντιδραστικούς κρατικούς διανοούμενους είναι επικίνδυνη. Γι’ αυτό και τους βλέπετε με πολύ μεγάλη ευκολία για να παίξουν αυτό το παιχνίδι, υιοθετούν τον εθνικισμό του αντιπάλου, γιατί δήθεν η συλλογικότητα είναι εθνικιστική. Το να επιδιώκει μια κοινωνία την ελευθερία της, την ευημερία της, είναι εθνικιστικό.

Γι’ αυτό και βλέπετε και πολλούς από αυτούς να επιστρατεύουν και το επιχείρημα ότι η πλειοψηφία είναι εχθρός των δικαιωμάτων. Δεν εννοούν την πλειοψηφία της βουλής ή της ελίτ. Αλλά την πλειοψηφία της κοινωνίας. Η κοινωνία είναι εχθρός των δικαιωμάτων. Ποιων δικαιωμάτων; Αυτών οι οποίοι όταν παίρνανε 2 και 3 τοις εκατό από το εκλογικό σώμα, χρησιμοποιούσαν την χώρα ως χωματερή του καπιταλισμού; Που αντί να πάνε εκεί που παράγεται το κοινωνικό πρόβλημα, στο Πακιστάν, στην Ινδία, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στον τρίτο κόσμο γενικά, μας λένε οτι πρέπει να το δεχθούμε εμείς ώστε εκεί να αποσυμφορηθούνε οι εντάσεις εναντίον του καπιταλισμού; Για να δουλέψει άνετα ο καπιταλισμός τον οποίον υποτίθεται ότι εχθρεύονται και να έρθει να γίνει μέρος του δικού μας προβλήματος;

Είναι άλλο πράγμα να διαχειρίζεσαι την οικονομική μετανάστευση ώστε να μην διαρρηγνύει τον συλλογικό σου ιστό, τον κοινωνικό ιστό, και να είναι χρήσιμη για την κοινωνία της χώρας στην οποία δημιουργείται το θέμα, και άλλο πράγμα να χρησιμοποιείς την οικονομική μετανάστευση ως εργαλείο για να πολεμήσεις την κοινωνία των πολιτών γιατί δεν σου δίνει εκλογικό αποτέλεσμα για να παίξεις κι εσύ τον ρόλο σου. Περί αυτού πρόκειται. Είναι βαθειά αντιδραστικές δυνάμεις που έχουν ιδεολογία ακραιφνώς ολιγαρχική αλλά με αντιδραστικό πρόσημο και που εχθρεύονται την κοινωνία. Γι’ αυτό και τα λένε όλα αυτά. Γι’ αυτό και συμπεριφέρονται έτσι. Γι’ αυτό και υιοθετούν τον εθνικισμό του αντιπάλου για να πολεμήσουν όχι τον εθνικισμό του έλληνα, αλλά την εθνική συλλογικότητα. Δηλαδή το συλλογικό υποκείμενο αυτής της χώρας.

—————–
Θραξ Αναρμόδιος (για την αντιγραφή)

ΥΓ. Ελπίζω να διαβάσουν και μερικοί το κείμενο, μην πάει εντελώς κι ο κόπος μου χαμένος.

 

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

ΤΑ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ

Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για όσους αναρωτιούνται πως γίνεται να πλησιάσεις στην πραγματική δημοκρατία σε συνθήκες της συγχρονης εποχής. Το ελβετικό μοντέλο που στηρίζεται στα δημοψηφίσματα είναι απο τα πιο πολυσυζητημένα, και αναλύεται παρακάτω:
 
απο το: referendumsforgreece

Πριν κάποιες ημέρες “μετέφρασα” έναν πίνακα από ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, το The Politics of Switzerland : Continuity and Change in a Consensus Democracy των Hanspeter Kriesi και Alexander H. Trechsel. (για όποιον ενδιαφέρεται το ISBN του βιβλίου είναι 978-0521606318 και θα σας κοστίσει περίπου 25€). Στην συνέχεια έκανα ένα print screen του πίνακα και άφησα την εικόνα του να ταξιδέψει στο διαδίκτυο και κυρίως στο facebook. Η αίσθηση που έχω είναι ότι η εικόνα αυτή “αναμεταδόθηκε” και σχολιάσθηκε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Και είναι φυσικό. Ο θεσμός του δημοψηφίσματος είναι – δυστυχώς – άγνωστος στην ολιγαρχική μας κοινωνία. Είναι ένας ιδιαίτερα επικίνδυνος θεσμός για ολόκληρο τον πολιτικό κόσμο στην Ελλάδα και όχι μόνο (αλήθεια, θυμάστε την έκφραση της Μέρκελ αλλά κυρίως του Σαρκοζί όταν ο Παπανδρέου ψέλλισε την λέξη;). Καμιά από τις πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα δεν επιθυμεί την πολιτική χειραφέτηση του Έλληνα. Κανείς δεν θέλει τον Έλληνα πολίτη, ως υπήκοοι τους είμαστε απείρως χρησιμότεροι.


Τι λέει λοιπόν αυτός ο πίνακας; Με δύο λόγια : από το 1848 ως και το 2007, οι Ελβετοί πολίτες ψήφισαν σε 543 δημοψηφίσματα. Ο αριθμός αυτός δεν είναι οι ημέρες που χρειάσθηκε να προσέλθουν οι Ελβετοί στις κάλπες. Στην Ελβετία είναι σύνηθες να ψηφίζουν για περισσότερα από ένα θέματα την ίδια ημέρα. Σίγουρα όμως αποφάσισαν για 543 θέματα. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι τα παραπάνω είναι μόνο τα ομοσπονδιακά δημοψηφίσματα. Εκτός αυτών, οι Ελβετοί ψηφίζουν για θέματα που αφορούν το καντόνι τους αλλά και τον δήμο τους. Εκτιμώ ότι ένας ενεργός πολίτης στην Ελβετία, συναποφασίζει (μαζί με τους συμπολίτες του) για περισσότερα από 15 θέματα τον χρόνο. Έτσι ένας Ελβετός στα πενήντα του έχει ψηφίσει για περίπου 500 θέματα! Από τα ίσως όχι και τόσο σημαντικά θέματα της πόλης του, ως το αν θα γίνει η Ελβετία μέλος της Ε.Ε.
Ας τα δούμε όμως ένα – ένα.

ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ

Από το 1848 ως το 2007 διεξήχθησαν στην Ελβετία διακόσια είκοσι ένα (221) υποχρεωτικά δημοψηφίσματα. Λέγονται έτσι γιατί δεν χρειάζεται να συλλέξει κανείς υπογραφές για να τα καλέσει (θυμηθείτε, στην Ελβετία δημοψήφισμα καλούν ΜΟΝΟΝ οι πολίτες ΚΑΙ ΟΧΙ οι πολιτικοί). Οποιαδήποτε αλλαγή στο Σύνταγμα πρέπει να περάσει ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ από δημοψήφισμα. Το ίδιο και η συμμετοχή της Ελβετίας σε οποιαδήποτε υπερεθνική οντότητα (ΝΑΤΟ,Ε.Ε. κ.α.). Στα δημοψηφίσματα αυτά πρέπει να επιτευχτεί διπλή πλειοψηφία, και πολιτών και καντονιών. Αυτό γίνεται έτσι ώστε να μην μπορούν τα πολυπληθή καντόνια (όπως αυτό της Ζυρίχης με 1,3 εκατομμύρια κατοίκους) να επιβάλουν την άποψη τους στα λιγότερο πυκνοκατοικημένα (το Appenzell Innerrhoden έχει μόλις 15.000 κατοίκους). Έτσι λοιπόν οι Ελβετοί πολίτες αποφασίζουν κατά μέσο όρο 1,4 φορές τον χρόνο για ιδιαίτερα σημαντικά ζητήματα. Την δεκαετία του 70 ο μέσος όρος των υποχρεωτικών δημοψηφισμάτων ήταν 5 ανά έτος! Η ουσία του υποχρεωτικού δημοψηφίσματος είναι ότι τόσο το Σύνταγμα (και ό,τι αυτό προβλέπει) όσο και η συμμετοχή της χώρας σε υπερεθνικούς οργανισμούς δεν μπορεί παρά να απολαμβάνει την σύμφωνη γνώμη των πολιτών. Μόνο τότε, τα προηγούμενα, είναι δημοκρατικά νομιμοποιημένα. Μην διανοηθείτε σύγκριση με την ελληνική πραγματικότητα. Εδώ το Σύνταγμα και η συμμετοχή της χώρας σε υπερεθνικούς οργανισμούς, γράφεται και αποφασίζεται αντίστοιχα από μια δεκάδα οικογενειών. Όπως σε κάθε ολιγαρχία………

ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟ – ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ

Αντίστοιχα από τον 1874 ως το 2007 διεξήχθησαν εκατόν εξήντα (160) προαιρετικά – ακυρωτικά δημοψηφίσματα. Έχουμε όλοι διδαχθεί και πιστέψει ένα ψέμα. Μας είπαν ότι δημοκρατία είναι να ψηφίζουμε τους αντιπροσώπους μας. Στην πραγματικότητα η έννοια της αντιπροσώπευσης είναι ασύμβατη με την δημοκρατία. Δημοκρατία σημαίνει ψηφίζω νόμους και όχι ψηφίζω αντιπροσώπους. Ο Αριστοτέλης (αλλά και αρκετοί άλλοι αργότερα) μας έχουν προειδοποιήσει : η ψήφος για την ανάδειξη πολιτικών προσώπων είναι ολιγαρχική πρακτική, δημοκρατική είναι η κλήρωση. Ας επιστρέψουμε όμως στους νόμους. Αυτή την στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχει ΚΑΝΕΙΣ τρόπος (εννοώ θεσμικά) να επηρεάσουμε την ισχύ ενός νόμου ο οποίος ψηφίσθηκε από ανθρώπους οι οποίοι υποτίθεται ότι μας αντιπροσωπεύουν. (Δηλαδή ο αντιπρόσωπος πολιτικός έχει απείρως μεγαλύτερη ισχύ από τον αντιπροσωπευόμενο λαό! Αλήθεια, τι είδους αντιπροσώπευση είναι αυτή;) Είμαστε λοιπόν στην απίστευτα δυσάρεστη θέση να μην υπάρχει ΚΑΝΕΙΣ ΘΕΣΜΟΣ ο οποίος να μας επιτρέπει να ορίζουμε τις ζωές και το μέλλον μας. Ας δούμε τι συμβαίνει αντίστοιχα στην Ελβετία.
Μετά την ψήφιση ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ νόμου, οι πολίτες έχουν στην διάθεση τους 90 ημέρες για να συλλέξουν 50.000 υπογραφές ενάντια στο νόμο (αντιστοιχούν περίπου στο 1% του συνολικού αριθμού των ψηφοφόρων). Αν τα καταφέρουν κηρύσσεται δημοψήφισμα στο οποίο οι Ελβετοί αποφασίζουν αν τελικά θα δεχθούν ή θα ακυρώσουν τον νόμο.

Όλοι καταλαβαίνουμε ότι ο θεσμός του ακυρωτικού δημοψηφίσματος επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη επάνω από τους Ελβετούς πολιτικούς – νομοθέτες. Αν δεν λάβουν σοβαρά υπόψη τους το τι πιστεύει και επιθυμεί ο Ελβετός πολίτης θα αντιμετωπίσουν ένα δημοψήφισμα και πιθανότατα μια ταπεινωτική ήττα – ακύρωση του νομοθετήματος τους.

Το μόνο πρόβλημα της παραπάνω διαδικασίας είναι ο ιδιαίτερα μεγάλος χρόνος που απαιτείται προκειμένου να σχεδιασθεί και να ψηφισθεί  ένα νόμος. Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης το Ελβετικό Ομοσπονδιακό κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να ψηφίσει νόμο ο οποίος δεν μπορεί να δεχθεί “επίθεση” από δημοψήφισμα. Όταν κάποια στιγμή οι Ελβετοί πολιτικοί άρχισαν να ψηφίζουν το έναν νόμο μετά τον άλλο ως νόμους έκτακτης ανάγκης, οι πολίτες αντέδρασαν με ένα δημοψήφισμα πρωτοβουλίας πολιτών, και πρόσθεσαν στο Σύνταγμα τους έναν όρο σύμφωνα με τον οποίο οι νόμοι έκτακτης ανάγκης δεν μπορούν να δεχθούν “επίθεση” από δημοψήφισμα μόνο για ένα έτος. Μετά το έτος ισχύει για αυτούς ότι και για τους υπόλοιπους ομοσπονδιακούς νόμους. Τόσο απλά……

Βλέπουμε λοιπόν ότι στην διάρκεια των τελευταίων 133 ετών, η ομοσπονδιακή βουλή των Ελβετών έχει ψηφίσει 2370 νόμους. Από αυτούς οι 160 (περίπου οι 7 στους 100) έχουν δεχθεί “επίθεση” από δημοψήφισμα και περίπου οι μισοί από αυτούς (87) ακυρώθηκαν.

Εδώ θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι δημοκρατία δεν σημαίνει απλά ψηφίζω για κάτι. Το σημαντικότερο είναι ό,τι προηγείται του δημοψηφίσματος, δηλαδή, ο δημόσιος διάλογος που μετασχηματίζει τον αδρανή υπήκοο σε ενεργό πολίτη.

Ακούμε συχνά κάποιους συνανθρώπους μας να αναρωτιούνται : έχει όμως την γνώση και την επάρκεια ο ελληνικός λαός να αποφασίζει για το μέλλον του; Το ερώτημα αυτό και η συχνά αρνητική του απάντηση, περιγράφουν με ακρίβεια την ΑΠΟΛΥΤΑ ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ μας. Το ερώτημα αυτό δεν υφίσταται στην δημοκρατία. Το ουσιαστικό ερώτημα δεν είναι αν ξέρουμε ή όχι ως κοινωνία τι πρέπει να κάνουμε, το ερώτημα είναι : ποιος νομιμοποιείται και δικαιούται να αποφασίζει για το μέλλον των πολιτών και της κοινωνίας τους; Για την δημοκρατία και τους δημοκράτες η απάντηση είναι μόνο μία : ΜΟΝΟ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ. Αν βέβαια μιλήσετε με έναν έλληνα πολιτικό (προσπαθήστε το) θα σας απαντήσει ότι το καίριο ερώτημα είναι άλλο: θέλουν οι έλληνες να αποφασίζουν οι ίδιοι για το μέλλον τους; Εμείς θα του απαντούσαμε : Ρωτήστε τους. Κάντε δηλαδή ότι έκαναν και στην Ισλανδία. Κηρύξτε ένα δημοψήφισμα και  ΡΩΤΗΣΤΕ ΤΟΥΣ.

Υπάρχει τέλος ο αντίλογος ότι ακόμα και η Ελβετία (και το πολιτικό της μοντέλο) δεν αποτελούν μια αυτόνομη κοινωνία, εφόσον ακόμα και εκεί, οι νόμοι δημιουργούνται από το κοινοβούλιο και όχι τους πολίτες. Είναι αλήθεια. Η σημαντική διαφορά είναι όμως ότι ο Ελβετός έχει κατακτήσει τον ΘΕΣΜΟ (το προαιρετικό – ακυρωτικό δημοψήφισμα) ο οποίος του επιτρέπει να έχει τον ΤΕΛΙΚΟ ΛΟΓΟ για όλους τους νόμους. Αυτός, ως πολίτης, και κανένας άλλος.

ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ

Τέλος, λίγα χρόνια αργότερα (το 1891), οι Ελβετοί πολίτες απέκτησαν ένα ακόμα δημοκρατικό “εργαλείο”, το δημοψήφισμα πρωτοβουλίας πολιτών (popular initiative). Από το 1891 ως και το 2007 οι Ελβετοί προσπάθησαν διακόσιες πενήντα τέσσερις (254) φορές να ορίσουν αυτοί την πολιτική ατζέντα και τον δημόσιο διάλογο. Ιδανικά, σε μια αυτόνομη κοινωνία, θα έπρεπε να προτείνουμε και να επικυρώνουμε εμείς, ως πολίτες, όλους τους νόμους. Αυτό συνέβαινε στην αρχαία Αθήνα και θα μπορούσε να συμβεί και σήμερα αν το επιθυμούσαμε. Σαν έναν πρώτο βήμα προς την δημοκρατία, ή απλά αν δεν επιθυμούμε να ψηφίζουμε εμείς για τον κάθε νόμο, μπορούμε να αφήσουμε την νομοθετική διαδικασία στους πολιτικούς και εμείς να ελέγχουμε την “εργασία” τους μέσω των προαιρετικών – ακυρωτικών δημοψηφισμάτων. Παρόλα αυτά, θα υπάρχουν πάντα οι στιγμές που οι πολιτικοί δεν θα θελήσουν (από άγνοια ή δόλο) να ανοίξουν τον δημόσιο διάλογο για κάποια θέματα. Εκεί έρχεται να καλύψει το κενό το δημοψήφισμα πρωτοβουλίας πολιτών.
Έτσι οι Ελβετοί μπορούν να ζητήσουν να προστεθεί στο Σύνταγμα τους οποιαδήποτε θέση – πρόταση επιθυμούν. Αρκεί να συλλέξουν 100.000 υπογραφές σε διάρκεια 18 μηνών και στην συνέχεια να “κερδίσουν” το δημοψήφισμα. Η κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να αντιπροτείνει μια δική της θέση και ο Ελβετός πολίτης μπορεί να επιλέξει την πρόταση των συμπολιτών του, την πρόταση της κυβέρνησης, και τις δύο ή και καμία από αυτές.

Συχνά η ομάδα που καλεί το δημοψήφισμα γνωρίζει ότι έχει ελάχιστες ή ακόμα και μηδενικές πιθανότητες να κερδίσει το δημοψήφισμα. Παρόλα αυτά, ο θεσμός τους επιτρέπει να ρίξουν τα φώτα της δημοσιότητας σε ένα θέμα το οποίο θεωρούν ιδιαίτερα σημαντικό και για το οποίο δεν υπάρχει δημόσιος διάλογος. Επίσης, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο η κυβέρνηση να ικανοποιήσει κάποια ή ακόμα και όλα από τα αιτήματα των πολιτών που κάλεσαν το δημοψήφισμα με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να το αποσύρουν. Στην στήλη αποσυρθέντα του πίνακα βλέπουμε ότι περίπου ένα στα τρία δημοψηφίσματα τελικά δεν έφθασε στις κάλπες.

Ας δούμε ένα παράδειγμα των παραπάνω. Κάποια στιγμή, την δεκαετία του 80, μια ριζοσπαστική ομάδα της αριστεράς προκάλεσε δημοψήφισμα με αίτημα την κατάργηση του ελβετικού στρατού. Το δόγμα της Ελβετίας όσο αφορά την ουδετερότητα της είναι αυτό της ένοπλης ουδετερότητας. Ο ελβετικός στρατός είναι ιερή αγελάδα για τους Ελβετούς και αυτός είναι ο λόγος που σχεδόν όλος ο πολιτικός κόσμος θεώρησε ότι το αίτημα δεν θα υποστηριχθεί ούτε από ένα 10% των πολιτών. Ένα από τα αιτήματα των πολιτών ήταν και η καθιέρωση εναλλακτικής – ως προς την υποχρεωτική στρατιωτική – κοινωνικής θητείας. Όταν το δημοψήφισμα διεξήχθη το 1989 το αποτέλεσμα ήταν μια έκπληξη για όλους. Η συμμετοχή ανήλθε στο 70% και το ποσοστό των Ελβετών οι οποίοι υποστήριξαν την κατάργηση του ελβετικού στρατού έφτασε το 35,6%! Όταν μετά από δύο χρόνια διεξήχθη νέο δημοψήφισμα το οποίο ζητούσε το δικαίωμα να μπορεί να επιλέξει κανείς εναλλακτική κοινωνική θητεία, το αποτέλεσμα ήταν υπέρ της πρότασης με ποσοστό 82,5%! Στην συνέχεια, η ίδια ομάδα, ζήτησε και κατάφερε να καλέσει νέο δημοψήφισμα με αίτημα και πάλι την κατάργηση του στρατού. Το ποσοστό των Ελβετών που τους υποστήριξε αυτή την φορά  μειώθηκε στο 21,9%.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο θεσμοί των δημοψηφισμάτων είναι σημαντικός πυλώνας της δημοκρατία. Ένα δεύτερο αλλά αντίστοιχα απαραίτητο στοιχείο είναι η ΟΜΟΣΠΟΝΔΟΠΟΙΗΣΗ. Ο μόνος τρόπος να μην επιτρέπουμε στην εξουσία (κρατική, κομματική, ολιγαρχική) να μας δυναστεύει, είναι να διασπάσουμε την ισχύ της σε μικρότερους – και σε δυναμική ισορροπία μεταξύ τους – πόλους εξουσίας. Έτσι, το κάθε καντόνι στην Ελβετία έχει την δική του βουλή, το δικό του Σύνταγμα, ελέγχει σχεδόν απόλυτα την παιδεία, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, την αστυνομία και την δικαιοσύνη. Μέσω της ομοσπονδοποίησης αφαιρείται εξουσία από το απρόσωπο και απάνθρωπο κεντρικό κράτος για να μεταφερθεί στην ίδια την κοινωνία, στους ίδιους τους πολίτες.

Και κάποια σχόλια επί του πιεστηρίου.

Οι αμεσοδημοκρατικοί θεσμοί στην Ελβετία έχουν ιστορία από τον 12ο αιώνα. Η δημοκρατία άνθησε πρώτα σε τοπικό επίπεδο και στην συνέχεια κατέκτησε τα καντόνια και τελικά ολόκληρη την ομοσπονδία.

Το ποσοστό συμμετοχής των Ελβετών στα δημοψηφίσματα είναι σταθερά μεγαλύτερο από αυτό που απολαμβάνουν οι εκλογές των αντιπροσώπων τους. Αν αυτό το δούμε σε μια λογική ορίου (με την μαθηματική έννοια) θα μπορούσε να καταλήξει ακόμα και στην ΚΛΗΡΩΣΗ των Ελβετών βουλευτών. Ο Ελβετός ψηφοφόρος δεν δείχνει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα άτομα που θα τον αντιπροσωπεύσουν εφόσον ξέρει ότι έχει τους θεσμούς να ανακαλέσει τον οποιοδήποτε πίσω στην δημοκρατική τάξη.

Τα δημοψηφίσματα και η ομοσπονδοποίηση είναι αναγκαίες αλλά όχι ικανές ως συνθήκες για την ύπαρξη της δημοκρατίας. Με απλά λόγια, τα παραπάνω δεν αρκούν για να μας εξασφαλίσουν την δημοκρατία αλλά σίγουρα, η απουσία τους σημαίνει και απουσία της δημοκρατίας.
Τέλος, μου έκανε εντύπωση ότι δεν βρέθηκε κάποιος να αμφισβητήσει την εγκυρότητα του πίνακα που “διέσπειρα”. Πρέπει όλοι μας (και όταν γράφουμε αλλά και όταν διαβάζουμε) να παραθέτουμε τις πηγές μας. Όσοι από εσάς έχουν την τύχη να γνωρίζουν Γερμανικά και αν φυσικά σας ενδιαφέρει μπορείτε να επισκεφθείτε την πολύ ενδιαφέρουσα σελίδα : http://www.bfs.admin.ch/bfs/portal/de/index/themen/17/03/blank/key/2012/00.html