Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

Η δεύτερη «τουρκοποίηση»

ΜΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ  ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΔΝΤ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΥΣ: ΣΧΟΛΙΑΣΤΕΣ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ




ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΔΝΤ, Η ΤΟΥΡΚΙΑ, ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΕΙΡΑΜΑ
Zaphod Beeblebrox

Μην πάει ο νούς σας στο κακό φίλοι αναγνώστες. Δεν πρόκειται ούτε για εθνικιστικό πόνημα, ούτε για αντιτουρκικό παραλήρημα. Με ψηφισμένο το μνημόνιο, η «σοσιαλδημοκρατική» κυβέρνηση (ή, κατ’ άλλους, σπείρα) Παπανδρέου, περνάει ταχύτατα το πιο αντιλαϊκό πακέτο μέτρων που γνώρισε η χώρα στη νεότερη ιστορία της.  Στα πλαίσια της «διάσωσης» της ελληνικής οικονομίας, οι ελεγχτές της τρόικας όχι μόνο έχουν αναλάβει τα ηνία της διαχείρισης της χώρας, αλλά πλέον ετοιμάζονται να εγκαταστήσουν μόνιμο μαγαζί γωνία στο κέντρο των Αθηνών.
Τι δουλειά έχει η Τουρκία σε όλα αυτά; Πολύ απλά η γειτονική χώρα αποτελεί εδώ και πενήντα χρόνια παράρτημα του ΔΝΤ. Αυτή ακριβώς η Τουρκία που περιγράφεται από τις μισθωμένες πένες των καθεστωτικών ΜΜΕ ως επιτυχημένο μοντέλο ανάπτυξης και πλέον αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που προτείνεται η «οδός Τουρκίας» στην Ελλάδα, αλλά δεύτερη. Κι αν απέτυχε η πρώτη «τουρκοποίηση» χάρη στο νεανικό σθένος μερικών χιλιάδων φοιτητών απέναντι στα τεθωρακισμένα της Χούντας, ποιος εμποδίζει τη δεύτερη αντιστεκόμενος στα «ερπυστριοφόρα» ΜΜΕ της Δημοκρατίας μας;

Στα 87 χρόνια της ύπαρξής της, θα ήταν ψέμα να πούμε ότι η «τουρκική δημοκρατία» σεβάστηκε ιδιαίτερα το δεύτερο συνθετικό του τίτλου της. Έχοντας επιφυλάξει από την ίδρυσή της μία ξεχωριστή θέση επικυρίαρχου στον τουρκικό στρατό, με το ρόλο του θεματοφύλακα της «κοσμικότητας», ήταν μοιραίο η στρατιωτική μπότα να επέμβει ούτε μία, ούτε δύο, αλλά τέσσερις φορές ως σήμερα στα χωράφια της «δημοκρατίας», όταν η τελευταία γινόταν πολύ ελεύθερη για τα γούστα του (*). Έχουμε και λέμε: 1960 (ανατροπή και θανάτωση Μεντερές), 1971 (παραίτηση Ντεμιρέλ μετά από τελεσίγραφο του στρατού), 1980 (δικτατορία Εβρέν μέσω… τηλεοπτικού διαγγέλματος), 1997 («βελούδινη» αποκαθήλωση του ισλαμιστή Ερμπακάν οργανωμένη από το στρατό). Κρατήστε τώρα και τις χρονολογίες της προσφυγής στο ΔΝΤ από τη γείτονα χώρα: 1947, 1957, 1980, 1999 έως το 2008, καθώς του ‘99 ακολούθησαν δύο «πακέτα στήριξης» ακόμη τις τριετίες 2002-05 και 2005-08. Η ιστορία των τουρκικών πραξικοπημάτων ταυτίζεται με την παραδοσιακή παγκόσμια νόρμα που θέλει το ΔΝΤ είτε να συνεργάζεται άψογα με απολυταρχικά καθεστώτα, είτε να οδηγεί μοιραία σε αυτά όταν επιχειρεί να συνεργαστεί με δημοκρατικά. Έτσι και στην Τουρκία, τη δεκαετία του ’50 η είσοδος του ΔΝΤ οδηγεί στο πραξικόπημα του 1960 και έμμεσα του 1971, για να ακολουθήσει το πραξικόπημα του 1980 το οποίο θα γίνει προκειμένου να επιστρέψει το ΔΝΤ στη χώρα. Αντίστοιχα το 1997 παρεμβαίνει και πάλι ο στρατός, με την ανατροπή του Ερμπακάν να σηματοδοτεί το μεγαλύτερο σε διάρκεια (δέκα χρόνια) καθεστώς επιτήρησης από το ΔΝΤ.
Την μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να ρίξουμε στο πραξικόπημα του 1980, το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις επιταγές του ΔΝΤ και τη «Διεθνή των Τραπεζιτών». Έχοντας επανέλθει στην εξουσία ο Ντεμιρέλ το 1979, τοποθετεί στο υπ. Οικονομικών το δεδηλωμένο λάτρη του ΔΝΤ, Τουργκούτ Οζάλ. Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της τουρκικής οικονομίας που παρουσιάζεται το 1980 χαρακτηρίζεται ως «οξύτερο από ό,τι είχε ζητήσει ή ελπίσει το ΔΝΤ» (σας θυμίζουν τίποτε αυτά τα λόγια;). Αποτέλεσμά του, το ξέσπασμα μαζικών διαδηλώσεων, απεργιών και καταλήψεων που οδηγεί σε ένα αιματηρό κυνήγι της αριστεράς από τους φασίστες των «Γκρίζων Λύκων». Το  Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ο στρατηγός Κενάν Εβρέν ανατρέπει την κυβέρνηση Ντεμιρέλ, καταπνίγει τη λαϊκή αντίσταση και τοποθετεί σε ατσάλινη βάση τον Οζάλ, προκειμένου να ολοκληρωθεί απρόσκοπτα το έργο του ΔΝΤ στη χώρα. Ένα μήνα μετά το παξικόπημα το λονδρέζικο International Banking Review εκδίδει μία ενθουσιώδη ανακοίνωση: «Ένα αίσθημα ελπίδας είναι πρόδηλο στις διεθνείς τράπεζες ότι το τουρκικό στρατιωτικό πραξικόπημα ενδέχεται να ανοίξει το δρόμο για μεγαλύτερη πολιτική σταθερότητα ως βασική προϋπόθεση για την αναζωογόνηση της τουρκικής οικονομίας». Πράγματι, δύο χρόνια αργότερα, σε μία εκλογική διαδικασία που χαρακτηρίζεται από το διακεκριμένο Τούρκο νομικό, Εργκούν Οζμπουντούν, ως «τυπικό παράδειγμα τού πώς ένα στρατιωτικό καθεστώς μπορεί να καθορίσει τους όρους της μετάβασης και της αποχώρησής του – κοινά χαρακτηριστικά της Τουρκίας με τη Βραζιλία, τη Χιλή και την Πορτογαλία», ο Οζαλ αναλαμβάνει την ηγεσία της χώρας και προχωρά ανεμπόδιστα το οικονομικό του πρόγραμμα με την αρωγή του ΔΝΤ, κατασκευάζοντας ένα παντοδύναμο τουρκικό επιχειρηματικό μοντέλο (στρατιωτικο-πολιτικής ελίτ) και ταυτόχρονα εκτοξεύοντας τις οικονομικές ανισότητες στη χώρα του. Εννοείται, ότι στο μεσοδιάστημα, έως την επιστροφή στην ομαλότητα της «στρατοκινούμενης τουρκικής δημοκρατίας», ο Εβρέν έχει φροντίσει να ξεφορτωθεί σχεδόν όλη την αριστερά (και τμήματα της πιο επικίνδυνης για την εξουσία του ακροδεξιάς), στέλνοντας περίπου μισό εκατομμύριο ανθρώπους στη φυλακή και φορτώνοντας με θανατικές καταδίκες χίλιους ακόμη. Εκατοντάδες πέθαναν από τα βασανιστήρια, ενώ επιπλέον αφαιρέθηκε η ιθαγένεια από 14.000 Τούρκους πολίτες.

Επιστρέφοντας στα δικά μας, θα παρατηρήσουμε ότι χάρη στο «Πολυτεχνείο» η χώρα γλύτωσε από μία αντίστοιχη ιστορική πορεία διαδοχικών στρατοκρατούμενων κυβερνήσεων με δημοκρατικό προσωπείο. Το 1973 κι ενώ έχει γίνει το αποτυχημένο αντι-πραξικόπημα του ναυτικού, το πλήρως διεφθαρμένο καθεστώς του δικτάτορα Παπαδόπουλου πρακτικά πνέει τα λοίσθια. Τόσο το ηθικό όσο και η συνοχή του στρατού βρίσκονται σε τραγικά επίπεδα (κάτι που θα αποδειχτεί με το χειρότερο τρόπο ένα χρόνο αργότερα στην τραγωδία της Κύπρου) και ο δικτάτορας αναζητεί ερείσματα στο προηγούμενο καθεστώς. Τον Σεπτέμβριο του ’73 κι ενώ ο Παπαδόπουλος αναλαμβάνει «Προέδρος της Δημοκρατίας», διορίζει στη θέση του πρωθυπουργού τον Σπύρο Μαρκεζίνη με σκοπό την μετάβαση στη δημοκρατία μέσα στην επόμενη χρονιά. Ο Παπαδόπουλος δοκιμάζει τη «συνταγή Τουρκίας», ερχόμενος σε επαφή μόνο με τα αστικά κόμματα και αποκλείοντας την αριστερά από το διάδοχο σχήμα (το ΚΚΕ και η ΕΔΑ παραμένουν στην παρανομία), ενώ προφανώς επιχειρεί να διασφαλίσει ειδικά προνόμια για το στρατό στην σχεδιαζόμενη «μεταπολίτευση». Τα σχέδιά του θα στραπατσαριστούν σε λιγότερες από πενήντα ημέρες, καθώς η εξέγερση του Πολυτεχνείου σημαίνει το απότομο τέλος της εξουσίας του. Μπορεί το επερχόμενο καθεστώς του Ιωαννίδη να χαρακτηρίστηκε από ακόμη μεγαλύτερη αυταρχικότητα, όμως το τραγικό τέλος του καθεστώτος με θύμα ολόκληρη την Κύπρο, διαγράφει άπαξ διά παντός το ενδεχόμενο της «τουρκοποίησης» της ελληνικής δημοκρατίας. Η χάρη, που δίνει ο Καραμανλής στους πραξικοπηματίες διχάζοντας έντονα τον ελληνικό λαό, ουσιαστικά αποτελεί την τελευταία πράξη σε ένα θέατρο στρατιωτικής παντοδυναμίας στην Ελλάδα, η οποία ταλάνιζε με τον τρόπο της (και μέσω του παλατιού) την ευαίσθητη και προσχηματική μεταπολεμική δημοκρατία. Το Πολυτεχνείο εμπόδισε τον Έλληνα Εβρέν να τοποθετήσει τον Έλληνα Οζάλ σε θέση αχυρανθρώπου, όπως μερικά χρόνια αργότερα συνέβη στην Τουρκία.
Αν στην Τουρκία το ίδιο το Σύνταγμα διασφαλίζει διαχρονικά την παντοδύναμη ασυλία στις στρατιωτικές της δυνάμεις καθώς και εξουσίες αδιανόητες για οποιοδήποτε αστικοδημοκρατικό καθεστώς, στην Ελλάδα το 1975 εξασφαλίστηκε η αστική δημοκρατία, με όλες της τις στρεβλώσεις, από την ανεξέλεγχτη εξουσία μη αιρετών ομάδων. Άλλωστε, από το ’75 ως σήμερα η εξουσία δοκίμασε (και κάποιες φορές πέτυχε) να το παρακάμψει με αντισυνταγματικά νομοσχέδια, αλλά και πάλι αργά ή γρήγορα (αν και όχι πάντα) έβρισκε απέναντί της το Συμβούλιο της Επικράτειας. Επίσης μπορεί να το νόθευσε σε μεγάλο βαθμό με σκανδαλώδεις αναθεωρήσεις, όπως για παράδειγμα ο εκτρωματικός νόμος Βενιζέλου περί (μη) ευθύνης υπουργών, αλλά και πάλι διαφυλάχτηκε ως σήμερα από πραξικοπηματικές ενέργειες, στα πρότυπα της προ διετίας, στα όρια του φαιδρού, επιχείρησης απονομιμοποίησης του κυβερνώντος κόμματος Ερντογάν, στο όνομα του «κοσμικού κράτους», από το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας.
Έως σήμερα όλα αυτά…

Η Τουρκία ως παράδειγμα (προς αποφυγή)
Μαζί με την υπογραφή του μνημονίου με την τρόικα, τόσο οι εγχώριοι, όσο και οι διεθνείς παραγοντίσκοι του παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού πρόβαλαν κατά κόρον την Τουρκία ως παράδειγμα, προσπαθώντας να κουκουλώσουν την κατάντια της Αργεντινής, με της οποίας την πολιτικο-οικονομική πραγματικότητα η Ελλάδα έχει πολύ περισσότερα κοινά από ό,τι με της Τουρκίας. Στις 10 Μαϊου, η City Press μας ενημερώνει ότι «…τα στελέχη του ΔΝΤ μετά το τέλος της συνεδρίασης δήλωσαν ότι για την Ελλάδα είναι μονόδρομος η επιτυχία των μέτρων που λαμβάνει στο πλαίσιο της συμφωνίας, ακολουθώντας το παράδειγμα της Βραζιλίας και της Τουρκίας, ώστε να μην έχει την «τύχη» της Αργεντινής».
Ακόμη κι ο «Δρ. Καταστροφή» Νουριέλ Ρουμπινί επιστρατεύεται σε ρόλο μπροσούρας του «τουρκικού θαύματος»:
«”Εάν η Ελλάδα είχε ως παράδειγμα την Τουρκία, δεν θα βίωνε αυτή την κρίση” υπογράμμισε ο κ. Ρουμπινί και πρόσθεσε  ότι το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ισλανδία, διυεκρινίζονταςπως “οι χώρες αυτές, λόγω του ότι δεν είναι ανταγωνιστικές, έχουν χάσει μερίδια των αγορών τους, που έχουν περάσει στην Κίνα και την Τουρκία”»
Ας δεχτούμε χάρη συζήτησης ότι οι Έλληνες θα είναι τόσο ευκολόπιστοι, ώστε να δεχτούν τις συνέπειες του «τούρκικου δρόμου». Το ερώτημα που τίθεται είναι απλό: πέτυχε το ΔΝΤ στην Τουρκία; Η απάντηση είναι μία και αμείλικτη: Όχι!
Η Τουρκία είναι το κράτος με τη μονιμότερη σχέση με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως σήμερα, καθώς από το 1947 ως σήμερα η παρουσία του ΔΝΤ είναι σχεδόν συνεχής. Παρόλα αυτά δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει το στάδιο της υπό ανάπτυξη χώρας. Αναφερόμενοι σε έναν από τους πιο πρόσφατους «κύκλους» του ΔΝΤ στην Τουρκία, τι κι αν χρειάστηκε να εκτοπιστούν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι προκειμένου να ολοκληρώσει ο Οζάλ το θεάρεστο έργο του κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, εμφανίζοντας την Τουρκία ως το «οικονομικό θαύμα» της καθ’ ημάς Ανατολής; Στη δεκαετία του ’90 κλονίζεται από δύο διαδοχικές οικονομικές κρίσεις με τους σεισμούς του 1999 να προκαλούν όχι μόνο ερείπια αλλά και την αποκάλυψη ενός σάπιου οικονομικού εποικοδομήματος. Ο πληθωρισμός θα εκτοξευθεί μέσα σε μία δεκαετία από το 35% στο 100%, ενώ και η μέση ανάπτυξη από το πραξικόπημα του 1980 ως το 1999 δεν ξεπερνά το 4%. Το 1999 το ΔΝΤ εμφανίζεται και πάλι ως «από μηχανής θεός». Ο συνδυασμός της ανυπαρξίας της αριστεράς με την πανίσχυρη στρατιωτικο-πολιτική ελίτ που νέμεται όλη την επιχειρηματική και βιομηχανική δραστηριότητα της γείτονος χώρας, καθιστά την Τουρκία ιδανικό πεδίο εφαρμογής των σχεδίων του, τα οποία έχουν πάντα επιτυχία για όσο διαρκούν και βέβαια πάντα εις βάρος των πιο ανίσχυρων κοινωνικών τάξεων, σε μία χώρα όπου οι οικονομικές αντιθέσεις είναι θεαματικές. Αν και πολλοί θέλουν να συνδέουν την ανάκαμψη της τουρκικής οικονομίας με τα τελευταία δύο πακέτα του ΔΝΤ, στην πραγματικότητα είναι αποτέλεσμα της σιδηράς παρουσίας στο υπουργείο οικονομικών της κυβέρνησης Ετσεβίτ, του επιφανή οικονομολόγου της Παγκόσμιας Τράπεζας, Κεμάλ Ντερβίς. Ο Ντερβίς δεν υπήρξε ο άνθρωπος της διαπλοκής, στην οποία και η γείτονές μας είναι βουτηγμένοι. Ήταν όμως άνθρωπος των τραπεζών και των παντοδύναμων εργοδοτικών οργανώσεων, τις οποίες φρόντισε να στηρίξει, δίνοντας ένα ακόμη χτύπημα στους εργαζόμενους και ειδικά στους δημόσιους υπαλλήλους των οποίων οι μισθοί έχουν παγώσει από το 2002. Πριν λίγους μήνες όμως ο Ερντογάν διέκοψε τις συνομιλίες με το ΔΝΤ καθώς αποφάσισε ότι «η τουρκική οικονομία δεν έχει ανάγκη από μία νέα συμφωνία». Στην πράξη ο πρωθυπουργός της Τουρκίας τρέμει στην ιδέα ενός ακόμη πακέτου, καθώς -παρά το θεωρητικό «οικονομικό θαύμα»- οι Τούρκοι εργαζόμενοι ούτε που θέλουν να ακούνε για ΔΝΤ. Μετά από τόσο στρίμωγμα από το «βαθύ κράτος» της στρατοκρατούμενης Τουρκίας, ο Ερντογάν δεν έχει την πολυτέλεια για νέα πολιτικά μέτωπα, οπότε πράγματι αν θέλει να διατηρήσει την εξουσία του το μόνο που δε χρειάζεται πλέον είναι η στήριξη του ΔΝΤ.
Όπως έχει δείξει η ιστορία, που στην Τουρκία τείνει να επαναλαμβάνεται με τραγική συνέπεια, αντί του «τουρκικού θαύματος» με το οποίο μας ταϊζουν τα «ερπυστριοφόρα ΜΜΕ», η αποχώρηση του ΔΝΤ οδηγεί στον επόμενο κύκλο οικονομικών κρίσεων και πραξικοπημάτων έως την εσπευσμένη επιστροφή του κ.ο.κ. Ταυτόχρονα εκτοξεύονται οι οικονομικές αντιθέσεις και απομειώνονται οι πάντα προβληματικές πολιτικές ελευθερίες. Για την ώρα πάντως, η οικονομική κρίση του 2008, έχει ρίξει στο ναδίρ την ανάπτυξη του τούρκικου ΑΕΠ, η οποία από το 8% το 2003 έχει γκρεμιστεί στο -5.5%, κατρακυλώντας στην 194η θέση ανάμεσα σε 213 χώρες παγκοσμίως!
Θα θέλαμε να δοκιμάσουμε κι εμείς τη συνταγή για να δούμε πού θα μας βγάλει;

Τι γίνεται από εδώ και πέρα;
Προεκλογικά ο Γ. Παπανδρέου, ανάμεσα στις υπόλοιπες άνευ αντικρίσματος υποσχέσεις του, μας έταξε ότι θα μας κάνει «Δανία του Νότου». Όσο πλησιάζαμε στην αγκαλιά της τρόικας, τόσο χαμήλωνε ο πήχης των προτύπων μας. Από την κυριλέ Δανία, φτάσαμε σε λίγους μήνες να φέρνουμε ως παράδειγμα χώρες με τις οποίες ως πριν λίγα χρόνια γελούσαμε (σ.σ. δεν είναι υποτιμητική η παραδοχή αυτή για χώρες όπως η Βουλγαρία ή η Ουγγαρία, αλλά για το δικό μας φραγκολεβαντινισμό). Έτσι, αντί για «Δανία του Νότου» φτάσαμε να συζητάμε μήπως πρέπει να γίνουμε «Τουρκία της Δύσης». Γνωρίζω ότι και μόνο στο άκουσμα μίας τέτοιας έκφρασης ο κλασικός τύπος ελληναρά θα έβγαζε σπυριά, όμως αυτός ο τύπος καθώς και όλη η σαλαμαρία της ακροδεξιάς η οποία επιχειρεί να εμφανιστεί όψιμα ως «θεματοφύλακας του ελληνισμού», αν και στην πράξη αποτελεί την ιδανική μάζα για την εφαρμογή «μεθόδων ΔΝΤ», μου είναι παντελώς αδιάφοροι. Το θέμα δεν είναι εθνικιστικό, ούτε καν πατριωτικό. Πρόκειται καταρχήν για ένα ζήτημα δημοκρατίας (αυτής καθεαυτής) και μάλιστα με ταξικές παραμέτρους.
Αν παρατηρήσουμε τις επιλογές διακυβέρνησης του ΓΑΠ σε συνδυασμό με την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της «Τουρκίας του ΔΝΤ», θα δούμε ότι το διακύβευμα είναι πάρα πολύ σοβαρό. Ήδη γνωρίσαμε το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο βασίζεται παραδοσιακά η «επιτυχημένη» παρουσία του ΔΝΤ στην Τουρκία: πραξικοπήματα, εκτοπίσεις, φίμωση της αριστεράς, στρατιωτικοπολιτική ελίτ που ελέγχει με απόλυτα στεγανά την οικονομία, συνεχής εξαθλίωση της εργατικής τάξης.
Στην Ελλάδα, από το 1974 έχει απομακρυνθεί ο κίνδυνος της στρατιωτικής επέμβασης ως ύστατο όπλο για την διά ροπάλου εφαρμογή κυβερνητικής πολιτικής (εν προκειμένω πολιτικής ΔΝΤ). Ούτως ή άλλως το στράτευμα είναι απόλυτα ταυτισμένο με την εκάστοτε κυβέρνηση. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα αποφύγουμε τον κίνδυνο της εκτροπής, απλώς -θέλω να πιστεύω- ότι θα είναι δύσκολο να επιβληθεί μεσομακροπρόθεσμα. Ήδη το ΠΑΣΟΚ είναι πολιτικά απονομιμοποιημένο στην προσπάθειά του να εφαρμόσει το μνημόνιο, αν και η τεχνική αυτή λεπτομέρεια δε φαίνεται να κινητοποιεί ιδιαίτερα το εκλογικό του σώμα. Η συνταγματική εκτροπή που πέτυχε στις 6 Μαϊου, μέσω της οποίας φρόντισε να δώσει εκ των υστέρων διάσταση διεθνούς συμφωνίας στο μνημόνιο, κάτι όμως που θα απαιτούσε την ψήφιση από 180 βουλευτές, φαίνεται να έχει περισσότερο νομικές διαστάσεις, οι οποίες ενδέχεται και να απαντηθούν από τα αρμόδια δικαστήρια στο άγνωστο μέλλον. Γεγονός το οποίο γνωρίζει μεν το ΠΑΣΟΚ, αδιαφορεί δε πλήρως, αρκεί να προλάβει να ολοκληρώσει την εφαρμογή του μνημονίου κερδίζοντας όσο χρόνο μπορεί. Από τις παραμέτρους της «τουρκικής επιτυχίας» απομένει η εξαθλίωση της εργατικής τάξης και η πλήρης φίμωση (και δίωξη) της αριστεράς. Η πρώτη παράμετρος εκτελείται κανονικά και βάση σχεδίου και στη χώρα μας:  μισθοί-συντάξεις στο ναδίρ, εργασιακά δικαιώματα ανύπαρκτα, επιδρομή στις μικροεπαγγελματικές τάξεις  και προώθηση των ολιγοπωλείων (της εγχώριας οικονομικής ελίτ). Σε ό,τι αφορά την  κοινοβουλευτική αριστερά για την ώρα θα τη χαρακτηρίζαμε «μάλλον ακίνδυνη», ώστε να χρειαστεί ένα γενικευμένο σχέδιο περιθωριοποίησής της. Σύννεφα όμως συγκεντρώνονται με την επιχείρηση νομικής φίμωσης των απεργειακών κινητοποιήσεων με δικαστικό μανδύα. Ανησυχητικό και το γεγονός της αύξησης της αστυνομοκρατίας στο όνομα του «καθημερινού εγκλήματος» αλλά και της «τρομοκρατίας» (της οποίας τα περίεργα χτυπήματα, δεν είναι του παρόντος για να αναλυθούν). Όλοι φοβούνται το ερχόμενο φθινόπωρο, όταν -όπως όλα δείχνουν- θα χρειαστεί αναπροσαρμογή προς το δυσμενέστερο του μνημονίου, λόγω απότομης κάμψης των εσόδων. Αν ο κόσμος της εργασίας απεγκλωβιστεί από την καθεστωτική αριστερά, τότε οι αντιδράσεις του δεν μπορούν να προβλεφθούν, όπως όμως δεν μπορεί να προβλεφθεί η αντίδραση του «καθεστώτος ΠΑΣΟΚ» (λόγω έλλειψης άλλου χαρακτηρισμού, γι’ αυτό το κράμα δοσιλογισμού και αρχομανίας). Το σίγουρο όμως είναι ότι το διακύβευμα αγγίζει το ίδιο το πολίτευμα της χώρας, το οποίο κινδυνεύει να εκπέσει στα «τουρκικά πρότυπα», έστω και χωρίς τη βοήθεια του στρατού.
Το ερώτημα που τίθεται: αν το 1973, έστω και εμμέσως, το «Πολυτεχνείο» έγινε η αφορμή να αποφύγουμε την «τουρκοποίηση» του καθεστώτος, τι μπορεί σήμερα να εμποδίσει μία ανάλογη εκτροπή που φαίνεται να οικοδομείται από τους «σοσιαλδημοκράτες» του ΓΑΠ;


(*) Για να προλάβω όσους μετρήσουν τα ελληνικά πραξικοπήματα από το 1923 (έτος ιδρύσεως της Τουρκικής Δημοκρατίας) έως σήμερα και τα βρουν ίσα σε αριθμό (1925 – Πάγκαλος , 1936 – Μεταξάς, 1965 – Κωνσταντίνος, 1967 – Παπαδόπουλος), θα υπενθυμίσω την ύπαρξη μίας θεμελιώδους διαφοράς: το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας εξελίχθηκε βαθμιαία προς ολοένα πιο δημοκρατικές μορφές, σε αντίθεση με εκείνο της Τουρκίας το οποίο ακόμη και σήμερα προσπαθεί να αποβάλλει τις «πρόνοιες» που προκαλούν τα πραξικοπήματά της. Επίσης, από το 1975 έως πρόσφατα κι ενώ στην Τουρκία γίνονται δύο στρατιωτικά πραξικοπήματα, η Ελλάδα χαίρει πρωτόγνωρης, για τα δεδομένα της πρόσφατης ιστορίας της, δημοκρατικής σταθερότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου